Ωστόσο, στην ελληνική κοινωνία της κρίσης και της ύφεσης, ο φόβος των κληρονόμων για την ύπαρξη δυσβάστακτων χρεών, τα οποία τυχόν βαρύνουν την ακίνητη περιουσία που καταλείπει ο κληρονομούμενος, έχει συχνά ως συνέπεια, να καθίσταται απαραίτητη η λογιστική στάθμιση του ενεργητικού και παθητικού της κληρονομίας.
Το παθητικό της κληρονομιαίας περιουσίας συνήθως προέρχεται από οφειλές σε Πιστωτικά Ιδρύματα (ληξιπρόθεσμα ή μη δάνεια) και υποχρεώσεις σε Δημόσιο και Ασφαλιστικά Ταμεία, την ύπαρξη των οποίων ή μέρος αυτών συνήθως αγνοούν οι κληρονόμοι.
Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση περί της αποδοχής ή μη της κληρονομιάς, καθώς και οι διαδικασίες για την ορθή και εμπρόθεσμη ολοκλήρωση της, απαιτεί τη συνδρομή ενός έμπειρου δικηγόρου, ο οποίος θα μπορεί να ελέγξει και να σταθμίσει τα πραγματικά δεδομένα που προκύπτουν και να προτείνει στον πελάτη του την πιο συμφέρουσα (για αυτόν) λύση.
Αποτέλεσμα είναι ο κληρονόμος να διαδέχεται τον κληρονομούμενο τόσο στα δικαιώματα όσο και στις υποχρεώσεις (χρέη του κληρονομουμένου, στα οποία υπεισέρχεται ο κληρονόμος).
Αποδοχή της κληρονομιάς : Η αποδοχή της κληρονομίας μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρή.
Ρητή Αποδοχή Κληρονομιάς συναντάμε στην περίπτωση που ο κληρονόμος εκφράζει ρητά τη θέλησή του να είναι κληρονόμος, όπως για παράδειγμα, όταν προχωρήσει στην σύνταξη – υπογραφή συμβολαιογραφικής πράξης αποδοχής κληρονομιάς και μεταγραφή/καταχώρισης αυτής στο αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο/ Κτηματολογικό Γραφείο, ώστε να αποκτηθεί η κυριότητα επί ακινήτου της κληρονομιάς.
Σιωπηρή αποδοχή κληρονομιάς συναντάμε όταν η θέληση του προσωρινού κληρονόμου να γίνει οριστικός συνάγεται από τις πράξεις ή τις παραλείψεις του. Τέτοιες πράξεις που δείχνουν τη θέληση αυτή είναι για παράδειγμα, η υποβολή δήλωσης φόρου κληρονομιάς, η χρησιμοποίηση πράγματος της κληρονομιάς σαν δικό του κ.α.
Εκτός όμως από τις ανωτέρω δύο περιπτώσεις, ο νόμος συνάγει αποδοχή της κληρονομιάς και από την παρέλευση άπρακτης της προθεσμίας για αποποίηση κληρονομιάς, πρόκειται δηλαδή για πλασματική αποδοχή κληρονομιάς. Ειδικότερα, εάν ο προσωρινός κληρονόμος δεν αποποιηθεί εγκαίρως την κληρονομιά, ήτοι εντός τεσσάρων μηνών από τότε που έμαθε ότι κατέστη κληρονόμος και το λόγο για τον οποίο κατέστη κληρονόμος, τεκμαίρεται ότι την αποδέχθηκε. Ακόμη και αν η προθεσμία για την αποποίηση της κληρονομιάς παρήλθε άπρακτη από τον κληρονόμο από αμέλεια, αυτός αποκτά την ιδιότητα του οριστικού κληρονόμου παρά τη θέλησή του και η κατάσταση αυτή είναι αμετάκλητη.
Η αποδοχή κληρονομιάς με τους ως άνω τρόπους έχει ως έμπρακτη συνέπεια τη συνένωση της κληρονομίας που επάγεται στον κληρονόμο και της ατομικής του περιουσίας με αποτέλεσμα ο ίδιος να ευθύνεται απέναντι στους δανειστές της κληρονομιάς και με την ατομική του περιουσία οι οποίοι μπορούν να στραφούν κατά του ίδιου για χρέη του κληρονομούμενου.
ΑΠΟΔΟΧΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΕΥΕΡΓΕΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ
Πλέον συγκεκριμένα όπως προκύπτει από την ΑΚ 1902 παρ. 1 για την έγκυρη αποδοχή με το ευεργέτημα της απογραφής πρέπει, αφενός να μην έχει προηγηθεί με οποιονδήποτε τρόπο αποδοχή (ρητή, σιωπηρή ή πλασματική) ή αποποίηση της κληρονομίας, αφετέρου η αποδοχή να γίνει κατά το νόμιμο τύπο μέσα στην προθεσμία της αποποίησης, απαιτείται δηλαδή συστατικός τύπος που συνίσταται στην εξωτερίκευση της συγκεκριμένης δήλωσης βουλήσεως του κληρονόμου, η οποία πρέπει να γίνει με δήλωση στη γραμματεία του δικαστηρίου της κληρονομίας, όπου συντάσσεται σχετική έκθεση.
Δικαιούχοι του ευεργετήματος της απογραφής είναι: α) Κάθε κληρονόμος (ή καταπιστευματοδόχος, β) Ορισμένα φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία έχουν ex lege πάντα το ευεργέτημα της απογραφής, όπως πχ οι ανήλικοι, οι τελούντες υπό δικαστική συμπαράσταση κ.ά.
Απογραφή είναι η καταγραφή του ενεργητικού και παθητικού της κληρονομίας και γίνεται κατά τις διατάξεις του Κ.Πολ.Δ. 838 επ. Σύμφωνα με το άρθρο 1903 ΑΚ ο κληρονόμος οφείλει να περατώσει την απογραφή της κληρονομίας μέσα σε τέσσερις μήνες από τότε που έκανε τη δήλωση. Η τετράμηνη αυτή προθεσμία αναστέλλεται όσο βρίσκεται σε εκκρεμότητα η έκδοση απόφασης επί της αίτησης που έχει κατατεθεί σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία.
Οι κυριότερες συνέπειες της αποδοχής με το ευεργέτημα της απογραφής μεταξύ άλλων είναι οι ακόλουθες: Ι. Συντελείται χωρισμός περιουσιών. Από τη στιγμή που θα κάνει τη δήλωση ο κληρονόμος, η κληρονομιά αποχωρίζεται από την ατομική του περιουσία και αποτελεί χωριστή ομάδα (1905 ΑΚ). ΙΙ. Η ευθύνη του κληρονόμου εξ’ απογραφής περιορίζεται για τα χρέη της κληρονομιάς. Ο κληρονόμος με απογραφή ευθύνεται για τις υποχρεώσεις της κληρονομιάς μέχρι το ενεργητικό της.
Ουσιαστικά οι δανειστές της κληρονομίας δεν έχουν τη δυνατότητα να επιληφθούν ατομικών περιουσιακών στοιχείων του κληρονόμου.
ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟΔΟΧΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΕΥΕΡΓΕΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επίσης στις κατηγορίες προσώπων στις οποίες, ο νόμος προβλέπει ότι θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου ότι αποδέχονται με το ευεργέτημα της απογραφής, χωρίς να έχουν τηρήσει την τυπική διαδικασία που ορίζει ο νόμος, ανήκουν οι ανήλικοι που τελούν υπό επιτροπεία, καθώς και όσοι τελούν σε δικαστική συμπαράσταση. Τα ανωτέρω πρόσωπα βαρύνονται με την υποχρέωση σύνταξης απογραφής μέσα σε ένα χρόνο, αφότου έγιναν απεριορίστως ικανά, άλλως εκπίπτουν από το ευεργέτημα.
Επισημαίνουμε πως οι περιπτώσεις αποδοχής ή αποποίησης κληρονομιάς αποτελούν ένα ευαίσθητο νομικό ζήτημα, το οποίο δεν είναι δυνατόν να αναλυθεί διεξοδικά μέσα σε λίγες γραμμές. Σε κάθε περίπτωση, το έμπειρο νομικό μας τμήμα σε ζητήματα Κληρονομικού Δικαίου, είναι στη διάθεση σας για την ορθή και αποτελεσματική επίλυση των θεμάτων που σας απασχολούν.